Σε μία κλιμάκωση της αντιπαράθεσης μεταξύ αμερικανικών πανεπιστημίων και της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, το Χάρβαρντ κατέθεσε τη Δευτέρα 21 Απριλίου προσφυγή σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Μασαχουσέτης. Η προσφυγή αφορά την απόφαση της κυβέρνησης να παγώσει κρατικές επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις συνολικού ύψους 2,2 δισ. δολαρίων, επικαλούμενη ισχυρισμούς περί ανοχής στον αντισημιτισμό.
Η κίνηση αυτή έρχεται μετά από εβδομάδες έντονων πιέσεων της αμερικανικής κυβέρνησης προς κορυφαία πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα οποία κατηγορεί για αδυναμία καταπολέμησης του αντισημιτισμού εν μέσω φοιτητικών διαμαρτυριών κατά του πολέμου στη Γάζα. Το Χάρβαρντ αρνήθηκε τις κατηγορίες, σημειώνοντας ότι προχωρά σε διαρθρωτικές αλλαγές για την εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης.
Το Χάρβαρντ αντεπιτίθεται
Στην προσφυγή του, το πανεπιστήμιο υπογραμμίζει ότι το πάγωμα των χρηματοδοτήσεων συνιστά αυθαίρετη πράξη που παραβιάζει την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ, αλλά και βασικές αρχές του ομοσπονδιακού δικαίου. Το Χάρβαρντ υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις της κυβέρνησης δεν σχετίζονται με την προώθηση της ισότητας, αλλά στοχεύουν στον έλεγχο του ακαδημαϊκού λόγου και της ερευνητικής ελευθερίας.
Παράλληλα, ο πρόεδρος Τραμπ κλιμάκωσε την ένταση, απειλώντας με αφαίρεση του φορολογικού καθεστώτος του Χάρβαρντ και περιορισμούς στην εγγραφή αλλοδαπών φοιτητών, εάν δεν επιβληθούν έλεγχοι πολιτικής κατεύθυνσης. Οι απειλές αυτές καταγγέλλονται από το πανεπιστήμιο ως ευθεία παρέμβαση στις εσωτερικές του διαδικασίες.
Αντιδράσεις στην ακαδημαϊκή κοινότητα
Η στάση του Χάρβαρντ έχει τύχει ευρείας στήριξης από καθηγητές και φοιτητές, οι οποίοι τη βλέπουν ως σημαντική κίνηση υπεράσπισης της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Την ίδια στιγμή, άλλα πανεπιστήμια όπως το Κολούμπια, επέλεξαν να συμμορφωθούν εν μέρει με τις κυβερνητικές απαιτήσεις υπό την πίεση της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Η επόμενη μέρα
Η προσφυγή του Χάρβαρντ ανοίγει νέο κεφάλαιο στη διαμάχη για τη θέση της ανώτατης εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το αποτέλεσμα της δικαστικής μάχης αναμένεται να επηρεάσει όχι μόνο το ίδιο το πανεπιστήμιο, αλλά και το σύνολο των σχέσεων μεταξύ πανεπιστημίων και ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τις αμερικανικές αξίες ελευθερίας και ισότητας.