Δεν πρόκειται απλώς για μια δύσκολη πενταετία που έρχεται, αλλά για την έναρξη ενός νέου μοντέλου λειτουργίας, όπου η τεχνολογία, η συμπεριφορά του καταναλωτή και οι γεωπολιτικές εντάσεις δημιουργούν ένα ρευστό τοπίο.
Η έκθεση The State of Grocery Retail Europe 2025 της McKinsey & Company και της EuroCommerce είναι σαφής. Τα επόμενα χρόνια, η αγορά δεν θα επεκταθεί θεαματικά αλλά θα μεταμορφωθεί ριζικά.
Το χαμηλό προβλεπόμενο ποσοστό ανάπτυξης 0,2% δεν σημαίνει στασιμότητα. Σημαίνει στροφή. Σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις που θα επιβιώσουν και θα εξελιχθούν, θα το κάνουν όχι επειδή έχουν περισσότερους πόρους, αλλά επειδή έχουν καλύτερη στρατηγική.
Οι νέες κομβικές τάσεις
Η έρευνα αναδεικνύει εννέα κομβικές τάσεις, όχι τόσο με τη μορφή λίστας αλλά ως σύνολο ενδείξεων για το πού πηγαίνει η αγορά. Η πιο δυνατή από αυτές είναι η πολυδιάσπαση του καταναλωτή.
Δεν υπάρχει πια ο «μέσος αγοραστής» αλλά διαφορετικά αγοραστικά κοινά με αντίρροπες προτιμήσεις.
Η Gen Z που δεν μαγειρεύει ποτέ, αγοράζει φαγητό με click. Οι baby boomers αναζητούν ποιότητα και παράδοση, ενώ τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα ψάχνουν ισορροπία τιμής–αξίας.
Η ιδιωτική ετικέτα αυξάνεται σταθερά και γίνεται εργαλείο στρατηγικής διαφοροποίησης. Οι συγχωνεύσεις και εξαγορές αγγίζουν +30%, ενώ όσοι επενδύουν στην τεχνολογία βλέπουν επιταχυνόμενη απόδοση (x2,9).
Παράλληλα, η στροφή προς υγιεινές επιλογές παραμένει ισχυρή (+7%), ενώ η πρόθεση για αγορά “πράσινων” προϊόντων φθίνει ελαφρώς – σημάδι ότι η βιωσιμότητα πρέπει να συνοδεύεται και από ρεαλισμό τιμής.
Η έρευνα δεν προσφέρει έτοιμες λύσεις αλλά μια εικόνα που αναδεικνύει μια αγορά που δεν επιβραβεύει πια μόνο το μέγεθος, αλλά κυρίως την ικανότητα προσαρμογής.
Η αναβάθμιση του ρόλου της τεχνολογίας σε κρίσιμο παράγοντα
Στην Ευρώπη, το λιανεμπόριο τροφίμων γίνεται τεχνολογικά προηγμένο με ταχύτερους ρυθμούς. Η τεχνητή νοημοσύνη εφαρμόζεται σε προγνωστικά μοντέλα, pricing strategies, logistics, ακόμη και στην επικοινωνία με τον πελάτη.
Οι retailers που επενδύουν σωστά σε data και analytics, βλέπουν την κερδοφορία τους να βελτιώνεται σημαντικά – σε αντίθεση με όσους λειτουργούν ακόμα με ένστικτο και “χειροκίνητες” τακτικές.
Ιδιωτική ετικέτα, εξαγορές και ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς
Η ελληνική αγορά δεν έχει το μέγεθος της γερμανικής ή την τεχνολογική ωριμότητα της γαλλικής. Έχει όμως ιδιομορφίες και προοπτικές που της δίνουν μοναδικά πλεονεκτήματα, εφόσον αξιοποιηθούν σωστά.
Για παράδειγμα, το ποσοστό συμμετοχής της ιδιωτικής ετικέτας αυξάνεται σταθερά, προσεγγίζοντας το 30%. Οι Έλληνες καταναλωτές, πιο ώριμοι μετά από χρόνια κρίσης, αναγνωρίζουν την αξία προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, ειδικά όταν προσφέρουν ποιότητα, αξιοπιστία και ελκυστική τιμή.
Μεγάλες αλυσίδες όπως ο Σκλαβενίτης, ο Μασούτης, τα MyMarket και η ΑΒ επενδύουν σε premium σειρές, διευρύνοντας τις κατηγορίες και δημιουργώντας εσωτερικά brands με ταυτότητα.
Η ιδιωτική ετικέτα δεν είναι πλέον «η φτηνή επιλογή». Είναι το εργαλείο για loyalty και brand equity των ίδιων των αλυσίδων.
Ακόμα, το ελληνικό λιανεμπόριο βιώνει ήδη μια μετακίνηση ισχύος. Η εξαγορά του Μαρινόπουλου από τον Σκλαβενίτη το 2017 δεν ήταν μεμονωμένο γεγονός. Ήταν η αρχή ενός κύκλου.
Το ενδεχόμενο συγχώνευσης εξαγοράς των καταστημάτων Κρητικός από τον Μασούτη, αν επιβεβαιωθεί, θα είναι η επόμενη μεγάλη πράξη. Η τάση είναι σαφής. Οι μεγάλοι παίκτες γίνονται μεγαλύτεροι, για να αποκτήσουν διαπραγματευτική δύναμη, κλίμακα και ανθεκτικότητα απέναντι στο κόστος λειτουργίας και στον διεθνή ανταγωνισμό.
Οι μικρότεροι, είτε θα εξειδικευτούν, είτε θα ενταχθούν σε σχήματα συνεργασίας. Το ενδιάμεσο μοντέλο σπανίως επιβιώνει.
Η ανάγκη «τεχνολογικής επανάστασης» στην ελληνική αγορά
Η τεχνολογική υστέρηση παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια του ελληνικού λιανεμπορίου. Από τα logistics μέχρι την προσωποποιημένη εμπειρία πελάτη, οι επενδύσεις είναι ακόμα αποσπασματικές.
Όμως αρχίζει να αλλάζει κάτι. Ορισμένες αλυσίδες εφαρμόζουν predictive analytics για τη διαχείριση αποθεμάτων, επενδύουν σε CRM πλατφόρμες και πειραματίζονται με omnichannel παρουσία. Η διαφορά είναι εμφανής.
Η τεχνολογία δεν αντικαθιστά το ανθρώπινο στοιχείο. Το ενισχύει. Και χωρίς αυτή, η ελληνική αγορά θα χάσει και την επόμενη φάση ανάπτυξης.
Ο Έλληνας καταναλωτής σήμερα: Πολυπρόσωπος και απαιτητικός
Η εσωτερική αγορά έχει αλλάξει αθόρυβα. Η Gen Z έχει διαφορετικά διατροφικά πρότυπα, επιλέγει delivery, δεν μαγειρεύει και θέλει βιώσιμες επιλογές — εφόσον δεν κοστίζουν υπερβολικά. Οι μεγαλύτεροι αναζητούν ποιότητα, τοπικά προϊόντα, και εμπιστοσύνη στο όνομα.
Οι επιχειρήσεις που κατανοούν και εξυπηρετούν αυτές τις διαφορές, αποκτούν σημαντικό πλεονέκτημα. Το μυστικό είναι η κατανόηση της πολυπλοκότητας – και η απλοποίηση στην εκτέλεση.
Η Ελλάδα έχει κάτι μοναδικό: προϊόντα με ονομασία προέλευσης, αγροτική παράδοση και γαστρονομική ταυτότητα. Όταν αυτά συνδυάζονται με σωστή συσκευασία, branding και εξαγωγικό πλάνο, μπορούν να αποκτήσουν θέση και εκτός συνόρων.
Ακόμα και μέσα από συνεργασίες με μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες, τα ελληνικά τρόφιμα μπορούν να εξελιχθούν από «εναλλακτική» σε mainstream επιλογή σε διεθνές επίπεδο.
Το επόμενο βήμα είναι στρατηγικό
Το ευρωπαϊκό λιανεμπόριο τροφίμων εισέρχεται σε φάση ωρίμανσης, αλλά και ρήξης με το παρελθόν. Δεν επιβραβεύεται πλέον το μέγεθος από μόνο του, ούτε η προσφορά.
Στην Ελλάδα υπάρχουν οι προοπτικές ανάπτυξης αρκεί να αξιοποιηθούν
Επιβραβεύεται η διορατικότητα, η ικανότητα εκτέλεσης και η στρατηγική προσαρμογή σε μια εποχή όπου τα πάντα αλλάζουν.
Στην Ελλάδα, οι προοπτικές υπάρχουν. Οι πόροι είναι περιορισμένοι, αλλά η ευελιξία και η δημιουργικότητα είναι ισχυρά όπλα. Το στοίχημα δεν είναι η επιβίωση. Είναι η έξυπνη ανάπτυξη, μέσα σε ένα περιβάλλον που ζητά λιγότερα “διαφημιστικά φυλλάδια” και περισσότερα data, λιγότερα τετραγωνικά και περισσότερες επιλογές που έχουν λόγο ύπαρξης.
Το σούπερ μάρκετ του 2030 δεν θα έχει απλώς ράφια. Θα έχει χαρακτήρα, ταυτότητα και στόχο.