Από την ερχόμενη εβδομάδα, δεκάδες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των αυτοκίνητων θα είναι υποχρεωμένες να καταγράφουν όλες τις συναλλαγές τους σε ψηφιακό πελατολόγιο, σύμφωνα με το νέο κανονισμό της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ).
Η μετατροπή του συστήματος από προαιρετικό σε υποχρεωτικό, που έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, αφορά μια σειρά από κλάδους, ενώ όσοι δεν προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα θα έρθουν αντιμέτωποι με πρόστιμα που φτάνουν έως και 100 ευρώ ανά όχημα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
Όπως προβλέπεται από το χρονοδιάγραμμα της ΑΑΔΕ, η υποχρέωση θα ισχύσει επίσημα από την 1η Ιουλίου και αφορά συνεργεία επισκευής και συντήρησης αυτοκινήτων, φανοποιεία, επιχειρήσεις τοποθέτησης συστημάτων ασφαλείας και ηχοσυστημάτων, χώρους στάθμευσης, πλυντήρια αυτοκινήτων, εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων και μοτοσικλετών, καθώς και επαγγελματικά οχήματα, γεωργικά μηχανήματα και αυτοκινούμενα οχήματα.
Αντιδράσεις και ενστάσεις
Η εφαρμογή του μέτρου έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τις επιχειρηματικές ενώσεις και τους επαγγελματίες. Η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ) και ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΣΕΠΕ) απέστειλαν επιστολές διαμαρτυρίας στο υπουργείο Οικονομικών και την ΑΑΔΕ, σημειώνοντας ότι η διαδικασία είναι περίπλοκη, χρονοβόρα και παρουσιάζει σοβαρά κενά στην υποστήριξη και τη λειτουργία της πλατφόρμας.
Η ΚΕΕΕ ζητά την άμεση απόσυρση του μέτρου, τονίζοντας ότι η πλατφόρμα δεν επικοινωνεί με τα υπάρχοντα συστήματα διαχείρισης των επιχειρήσεων, γεγονός που δυσκολεύει την προσαρμογή τους. Ο ΣΕΠΕ επισημαίνει ότι οι επιχειρήσεις δεν έχουν επαρκή χρόνο για να προετοιμαστούν, ενώ τα τεχνικά προβλήματα και οι δυσκολίες στη λειτουργία του συστήματος έχουν δημιουργήσει αβεβαιότητα.
Επέκταση του μέτρου και μελλοντικές προοπτικές
Ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής, τόνισε πως το ψηφιακό πελατολόγιο θα επεκταθεί το φθινόπωρο και σε άλλους τομείς, όπως οι κοινωνικές εκδηλώσεις και ο τουρισμός, όπου παρατηρούνται ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αδήλωτων συναλλαγών. Στόχος είναι η ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης και η αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Συνολικά, η μεταρρύθμιση αναμένεται να φέρει μεγαλύτερη διαφάνεια στη λειτουργία επιχειρήσεων και την επίβλεψη των συναλλαγών, παρά τις αρχικές δυσκολίες και αντιδράσεις που έχει προκαλέσει.