Πάρα την ενίσχυση της αβεβαιότητας στο ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο περιβάλλον, η ελληνική οικονομία διατηρεί την ανθεκτικότητά της. Ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει διπλάσιος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ο πληθωρισμός υποχωρεί και το δημόσιο χρέος μειώνεται .
Ωστόσο, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Έχουμε ακόμη αρκετό δρόμο μπροστά μας για να επιτύχουμε τη σύγκλιση με την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά και τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μακροπρόθεσμα .
Η Ελλάδα θα πρέπει να εδραιώσει στα επόμενα χρόνια υψηλό ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης, ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται να επιβραδύνεται . Ο στόχος είναι απαιτητικός, όμως δεν έχουμε άλλη επιλογή. Στο επόμενο διάστημα, είναι ανάγκη να επιταχυνθούν δραστικά οι επενδύσεις, ώστε να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, να ενισχυθούν οι παραγωγικές δυνατότητες χώρας και να αυξηθεί η προστιθέμενη αξία των εξαγωγών.
Χρειάζεται τώρα να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για την αύξηση του μεριδίου της μεταποίησης και της βιομηχανίας στο ΑΕΠ, για την ενίσχυση της καινοτομίας, για την τεχνολογική και πράσινη μετάβαση των επιχειρήσεων, για την ποιοτική αναβάθμιση της τουριστικής μας βιομηχανίας, για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσουν τη λειτουργία του κράτους, της οικονομίας και των θεσμών.
Μέχρι σήμερα έχουν γίνει σημαντικά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση.
Η μεγάλη πρόκληση για το 2025 είναι να τα μετατρέψουμε σε άλματα, ακόμα και αν οι άνεμοι πνέουν αντίθετα. Υπάρχει ακόμα ανοιχτό ένα μεγάλο «παράθυρο» ευκαιρίας: να αξιοποιήσουμε τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους και την αναβαθμισμένη αξιοπιστία της χώρας, για να διασφαλίσουμε όρους ανθεκτικής ανάπτυξης και ευημερίας σε έναν κόσμο που αλλάζει .