Δύσκολα θα υπάρξει όφελος από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ σε ό,τι αφορά την αποκλιμάκωση των τιμών πώλησης και ενοικίασης κατοικιών, που είναι και το βασικό ζητούμενο – μαζί φυσικά με τη σημαντική ενίσχυση των εισοδημάτων για την εκτόνωση της στεγαστικής κρίσης.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, επικαλούμενο φορείς της αγοράς ακινήτων, πέραν των ευπρόσδεκτων και απαραίτητων μέτρων μείωσης της φορολογίας, δεν εντοπίζονται παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν άμεσα την προσφορά νέων κατοικιών, ώστε να περιοριστεί το σημαντικό έλλειμμα κατοικιών στην αγορά. Σε πρόσφατη ανάλυσή της η Τράπεζα Πειραιώς προσδιόρισε το έλλειμμα αυτό σε 180.000 ακίνητα.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, περίπου ένα στα τέσσερα οικιστικά ακίνητα στην Αττική είναι σήμερα κλειστό και δεν αξιοποιείται για διάφορους λόγους. Στο πλαίσιο αυτό, η καθιέρωση ενός νέου ενδιάμεσου συντελεστή για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από ενοίκια δεν αλλάζει κάτι ουσιαστικό ούτε θα λειτουργήσει ως κίνητρο για την είσοδο περισσότερων ακινήτων στην αγορά.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα όσα ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στο πλαίσιο της ΔΕΘ, για ετήσιο εισόδημα από ενοίκια που κυμαίνεται από 12.000 έως 24.000 ευρώ, ο φορολογικός συντελεστής θα μειωθεί από 35% που είναι σήμερα (και αφορά ποσά από 12.000 έως 35.000 ευρώ) στο 25%. Αυτό σημαίνει ότι ένας ιδιοκτήτης ή κάτοχος καταλύματος βραχυχρόνιας μίσθωσης που εισπράττει 25.000 ετησίως (περίπου 2.100 ευρώ το μήνα) και σήμερα φορολογείται με 6.350 ευρώ, θα δει τον φόρο του να υποχωρεί σε 5.150 ευρώ. Το μέτρο αυτό είναι κόστους 90 εκατ. ευρώ και αφορά 161.587 ιδιοκτήτες.
Η ΠΟΜΙΔΑ έκρινε θετική την παρέμβαση αυτή, παρότι η ίδια ζητούσε τη μείωση της φορολογίας κυρίως στα χαμηλότερα κλιμάκια, δηλαδή στα εισοδήματα έως 12.000 ευρώ ετησίως, που είναι και η συντριπτική πλειονότητα των ιδιοκτητών που εκμεταλλεύονται ακίνητα.
Οπως τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση της Ομοσπονδίας, «η μείωση του συντελεστή του μεσαίου κλιμακίου της φορολογίας ενοικίων, εκεί δηλαδή ακριβώς που “πονάει” η πολύπαθη “μεσαία τάξη”, με προοπτική για μεγαλύτερη μείωση αν περιοριστεί η υποδήλωση των μισθωμάτων από ιδιοκτήτες και ενοικιαστές, είναι θετική».
Το μέτρο αυτό ωστόσο «φρενάρει» προσώρας στη χαμηλή φορολογική συμμόρφωση των ιδιοκτητών, καθώς, όπως ανέφερε και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κυρ. Πιερρακάκης, το μέσο δηλωθέν εισόδημα από ενοίκια είναι μόλις 255 ευρώ τον μήνα. Οπως τόνισε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, αν το νούμερο αυτό αυξηθεί φέτος, με δεδομένη και τη θέσπιση του ετήσιου επιδόματος ενοικίου έως 800 ευρώ, οι πιθανότητες νέων φορολογικών μειώσεων στα εισοδήματα από ενοίκια θα αυξηθούν σημαντικά. Υπενθυμίζεται ότι για να λάβει ένας ενοικιαστής το επίδομα θα πρέπει να δηλώσει το ποσό που καταβάλλει, κάτι που εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει ως κίνητρο για αυξημένη φορολογική συμμόρφωση, μια και όσο μεγαλύτερο το δηλωθέν ενοίκιο, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το επίδομα.
Ετσι, το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν ο κάτοχος του ακινήτου δαπανήσει μερικές χιλιάδες ευρώ για να ανακαινίσει ή επισκευάσει το κλειστό του ακίνητο, ώστε να είναι και πάλι κατοικήσιμο, προσδοκώντας ακριβώς στην απόσβεση της επένδυσής του, λόγω της φοροαπαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος από ενοίκια.
Οπως τονίζουν στην αγορά, το επίδομα ενοικίου που θα δοθεί τον προσεχή Νοέμβριο, παρότι θετικό, είναι πιθανό να προκαλέσει τελικά κι άλλες αυξήσεις των ενοικίων, διότι κάποιοι ιδιοκτήτες θα θελήσουν να καρπωθούν μέρος της επιστροφής αυτής, όταν προβούν σε ανανεώσεις των μισθωτηρίων τους. Γνωρίζοντας δηλαδή ότι ο μισθωτής θα εισπράττει έως 800 ευρώ τον χρόνο επίδομα ενοικίου, θα συνυπολογίσουν το όφελος αυτό στη ζητούμενη τιμή ενοικίασης. Ηδη υπάρχουν καταγγελίες από ενοικιαστές ότι αυτό έχει αρχίσει να συμβαίνει.
Η μείωση του ΕΝΦΙΑ
Μειώνεται κατά 50% από το 2026 ο ΕΝΦΙΑ και το 2027 καταργείται για ακίνητα που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα, φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας, των οποίων η κύρια κατοικία, όπως προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, βρίσκεται σε οικισμούς με πληθυσμό μικρότερο των 1.500 κατοίκων, εξαιρουμένων των οικισμών που βρίσκονται στην Περιφέρεια Αττικής (πλην της Περιφερειακής Ενότητας Νήσων). Από το μέτρο εξαιρούνται κατοικίες με συνολική φορολογητέα αξία άνω των 400.000 ευρώ. Το μέτρο εκτιμάται ότι αφορά περίπου ένα εκατ. δικαιώματα επί κατοικιών στις εν λόγω περιοχές της επικράτειας. Αφορά 12.720 οικισμούς (σε σύνολο 13.586 οικισμών) της χώρας τόσο στην ηπειρωτική, όσο και νησιωτική Ελλάδα και το ετήσιο κόστος της πλήρους απαλλαγής εκτιμάται σε περίπου 75 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι οι μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ ξεκίνησαν το 2019 και μέχρι σήμερα έχει μειωθεί κατά 35%, ενώ για όσους ασφαλίζουν τα ακίνητά τους έχουν επιπλέον έκπτωση της τάξης του 20%. Επίσης το 2020 καταργήθηκε ο ΕΝΦΙΑ για τα φυσικά πρόσωπα, των οποίων η κύρια κατοικία βρίσκεται σε μικρά ακριτικά νησιά με πληθυσμό κάτω των 1.200 κατοίκων.