Η ελληνική πατάτα αντιμετωπίζει σοβαρές πιέσεις φέτος, καθώς η εγχώρια παραγωγή έχει περιοριστεί δραματικά και η αγορά πλημμυρίζει από εισαγόμενα προϊόντα. Η συγκομιδή της ελληνικής πατάτας ξεκινά στα τέλη Απριλίου, γεγονός που έχει οδηγήσει σε αυξημένη παρουσία πατάτας από Αίγυπτο και Κύπρο στα ράφια των καταστημάτων.
Το 2024 η ανομβρία και το αυξημένο κόστος παραγωγής (εργατικά και πατατόσπορος) περιόρισαν την ελληνική παραγωγή σε λίγο πάνω από 300.000 τόνους, από 400.570 το 2021. Οι εκτιμήσεις δείχνουν περαιτέρω πτώση στα 261.290 τόνους έως το 2026, με ετήσια μείωση περίπου 7%.
Αιγυπτιακή κυριαρχία στην αγορά
Σύμφωνα με τον ειδικό σύμβουλο του INCOFRUIT-HELLAS, Γιώργο Πολυχρονάκη, περίπου 160.000 τόνοι πατάτας εισάγονται κάθε χρόνο από την Αίγυπτο. Πολλές φορές, οι πατάτες αυτές “βαφτίζονται” ελληνικές, παραπλανώντας τους καταναλωτές. Αν και φέτος οι έλεγχοι του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης περιόρισαν τις ελληνοποιήσεις, το φαινόμενο παραμένει ανησυχητικό.
Η κυριαρχία της αιγυπτιακής πατάτας οφείλεται κυρίως στη χαμηλή τιμή της. Στη λιανική, πωλείται από 0,75 έως 0,85 ευρώ το κιλό, όταν η κυπριακή ξεπερνά το 1,65 ευρώ και η ελληνική κοστίζει από 1 έως 1,20 ευρώ το κιλό, με κάποιες ποικιλίες, όπως η πατάτα Νάξου (ΠΓΕ), να φτάνουν ακόμα και τα 1,80 ευρώ.
Η «γκρίζα ζώνη» των εξαγωγών
Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στην εσωτερική αγορά. Σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς, από τους 100.000 τόνους πατάτας που εξάγει η Ελλάδα, περίπου οι μισοί προέρχονται από εισαγόμενες πατάτες που ελληνοποιούνται πριν εξαχθούν. Η πρακτική αυτή βλάπτει σοβαρά τη φήμη της ελληνικής παραγωγής στις διεθνείς αγορές.
Προοπτικές και προκλήσεις
Το περιβάλλον για την ελληνική πατάτα παραμένει δύσκολο. Η απειλή της ελληνοποίησης, το υψηλό κόστος παραγωγής και οι κλιματικές αλλαγές συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα για τους Έλληνες παραγωγούς. Η ανάγκη για συστηματικούς ελέγχους, στήριξη της εγχώριας παραγωγής και ενίσχυση της διαφάνειας στην αγορά κρίνεται επιτακτική.
Εγχώριες
Αιγύπτου
Κύπρου