Η επιχείρηση, η οποία έχει συνδέσει το όνομά της με το αυθεντικό, χειροποίητο τσουρέκι και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της αστικής ταυτότητας της πόλης, έκλεισε το 2024 με σημαντική πτώση στα οικονομικά της αποτελέσματα. Τα καθαρά κέρδη μειώθηκαν σχεδόν στο μισό, από 1,02 εκατομμύρια ευρώ σε 542.485 ευρώ, γεγονός που σηματοδοτεί μια περίοδο πίεσης, ακόμη και για ένα brand με τόσο βαθιές ρίζες στην τοπική κοινωνία.
Αν και ο κύκλος εργασιών παρέμεινε σχετικά ανθεκτικός, σημειώνοντας οριακή μείωση 3,6%, τα περιθώρια λειτουργικής κερδοφορίας συμπιέστηκαν σημαντικά, με τα EBITDA να υποχωρούν κατά 35,5%. Οι αριθμοί αυτοί αντανακλούν το βάρος των αυξημένων πρώτων υλών, του ενεργειακού κόστους και της μεταβολής στη συμπεριφορά των καταναλωτών, οι οποίοι πλέον επηρεάζονται περισσότερο από τον πληθωρισμό και την αναζήτηση αξίας στην κατανάλωση.
Η διοίκηση της εταιρείας αποδίδει την επιδείνωση των μεγεθών σε υψηλότερα λειτουργικά έξοδα και στη μείωση των έκτακτων εσόδων, ενώ την ίδια στιγμή αναγνωρίζει την ανάγκη ευελιξίας και προσαρμογής. Ωστόσο, η γενικότερη στρατηγική παραμένει σταθερή, με περιορισμένη επέκταση, διατήρηση του ελέγχου στην παραγωγή, επένδυση στην ποιότητα και στην τοπική αναγνωρισιμότητα. Παρά τα οικονομικά δεδομένα, η εταιρεία συνεχίζει να επενδύει στην παραγωγική της βάση, με το εργοστάσιο της Νέας Ραιδεστού να παραμένει ο κεντρικός άξονας λειτουργίας και να ενισχύεται με νέα κεφάλαια, ύψους 450.000 ευρώ, για την κάλυψη μελλοντικών αναγκών.
Η Τερκενλής έχει διαχρονικά υιοθετήσει ένα επιχειρηματικό μοντέλο που αντιστέκεται στις ευρύτερες πρακτικές της μαζικής ανάπτυξης και του franchising. Επιλέγει σταθερά να διατηρεί τον χαρακτήρα της επιχείρησης τοπικό και αυστηρά ελεγχόμενο, θεωρώντας ότι η ποιότητα των προϊόντων της συνδέεται άρρηκτα με τη φρεσκάδα, την παραδοσιακή παρασκευή και τη φυσική παρουσία του καταστήματος. Αυτή η προσέγγιση, που στηρίζεται σε μια βαθιά ριζωμένη σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό της Θεσσαλονίκης, είναι αναμφίβολα βασικό συστατικό της επιτυχίας της. Ωστόσο, εγείρει ερωτήματα για τη βιωσιμότητα της εταιρείας σε ένα οικονομικό και καταναλωτικό τοπίο που μεταβάλλεται συνεχώς και απαιτεί ταχύτητα, ευελιξία και ανταγωνιστικότητα.
Η απόφαση να μην επιδιωχθεί η ουσιαστική διεύρυνση του δικτύου εκτός Θεσσαλονίκης ή η συστηματική είσοδος σε αγορές του εξωτερικού, περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης της εταιρείας, τόσο σε επίπεδο εσόδων όσο και σε επίπεδο αναγνωρισιμότητας σε νέες αγορές. Παρότι υπάρχουν σημεία πώλησης σε αεροδρόμια ή σε περιορισμένο αριθμό τοποθεσιών υψηλής επισκεψιμότητας, αυτά λειτουργούν περισσότερο συμπληρωματικά και όχι ως βασικά εργαλεία εξάπλωσης. Οι εξαγωγές, αν και εφικτές τεχνικά, δεν αποτελούν προτεραιότητα, κυρίως λόγω της επιμονής στη διατήρηση της φρεσκάδας και της αυθεντικότητας των προϊόντων, που σύμφωνα με τη διοίκηση, δεν μπορούν να αναπαραχθούν μακριά από την παραγωγική βάση χωρίς να επηρεαστεί η ποιότητα.
Αυτή η στρατηγική, αν και συνεπής με τη φιλοσοφία της εταιρείας, δημιουργεί ασφυκτικά όρια ανάπτυξης. Η Τερκενλής καλείται να λειτουργήσει μέσα σε μια γεωγραφικά περιορισμένη αγορά, που από τη φύση της δεν προσφέρει μεγάλες δυνατότητες επέκτασης ή διαφοροποίησης. Οι κίνδυνοι αυτής της απόφασης είναι πολλαπλοί: εξάρτηση από τη ζήτηση συγκεκριμένων καταναλωτικών ομάδων, ευπάθεια απέναντι σε τοπικές οικονομικές διακυμάνσεις και έλλειψη εναλλακτικών σε περιόδους ύφεσης ή μείωσης της τουριστικής ροής. Ταυτόχρονα, ο έλεγχος του κόστους καθίσταται ολοένα και πιο απαιτητικός, καθώς η απουσία οικονομιών κλίμακας στερεί από την εταιρεία σημαντικά περιθώρια εξοικονόμησης.
Η αγορά της ζαχαροπλαστικής είναι από τη φύση της ευαίσθητη στις αλλαγές που αφορούν τις διατροφικές συνήθειες, στην είσοδο νέων τάσεων και στις απαιτήσεις των νεότερων γενεών για διαφοροποιημένα προϊόντα, βιώσιμες πρώτες ύλες και νέες γευστικές εμπειρίες. Η απουσία ενός σχεδίου δυναμικής ανανέωσης ή διεθνούς επέκτασης μπορεί να περιορίσει την ικανότητα της εταιρείας να απαντήσει σε αυτές τις προκλήσεις. Η επιμονή σε ένα μοντέλο που βασίζεται στην παράδοση και την ποιότητα δεν είναι από μόνη της αρκετή για να διασφαλίσει την ανθεκτικότητα μιας επιχείρησης μακροπρόθεσμα.
Είναι σαφές ότι η Τερκενλής παραμένει ένα από τα πιο εδραιωμένα και αγαπητά brands στη Θεσσαλονίκη. Αποδεικνύει πως, ακόμη και σε περιόδους πίεσης, η σταθερότητα, η ποιότητα και η προσήλωση στην αυθεντικότητα μπορούν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο στις μεταβαλλόμενες τάσεις της αγοράς. Στο τέλος, ίσως δεν είναι η ταχύτητα, αλλά η συνέπεια, που εξασφαλίζει τη μακροβιότητα ενός brand.