Η συζήτηση με τη Δρ. Παπαδάτου-Παστού ξεκίνησε από την έννοια της συνεπιμέλειας, μια μορφή γονικής μέριμνας που επιδιώκει ισορροπία και συμμετοχή και των δύο γονέων μετά από ένα διαζύγιο ή χωρισμό. Αν και κοινωνικά φορτισμένη, η επιστημονική προσέγγιση είναι σαφής: το παιδί έχει ανάγκη και τους δύο γονείς, εφόσον δεν υπάρχει κακοποιητικό ή δυσλειτουργικό περιβάλλον.
Η ειδικός επισημαίνει ότι η συνεπιμέλεια δεν είναι πανάκεια. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει κακοποιητική συμπεριφορά, υψηλή ένταση ή τοξικότητα, η κοινή φροντίδα μπορεί να αποβεί επιβαρυντική για την ψυχική ισορροπία του παιδιού. Το βασικό ερώτημα, σύμφωνα με τη νευροψυχολογική προσέγγιση, δεν είναι αν οι γονείς θέλουν να συμμετέχουν, αλλά αν η μεταξύ τους σχέση μπορεί να υποστηρίξει ένα ασφαλές περιβάλλον για το παιδί.
Η εναλλασσόμενη κατοικία και η ηλικία του παιδιού
Σημαντικό μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στις πρακτικές πτυχές της συνεπιμέλειας, όπως η εναλλασσόμενη κατοικία. Η Δρ. Παπαδάτου-Παστού εξηγεί πως, σε μικρές ηλικίες, οι συχνές μετακινήσεις ενδέχεται να προκαλέσουν άγχος αποχωρισμού και σύγχυση, εάν δεν υπάρχει προβλέψιμο και υποστηρικτικό πλαίσιο. Αντίθετα, όσο μεγαλώνει το παιδί και ενισχύεται η γνωστική και συναισθηματική του ωριμότητα, τόσο πιο εύκολα μπορεί να διαχειριστεί τα δύο «σπίτια».
Το κρίσιμο ηλικιακό όριο που προτείνει η επιστημονική βιβλιογραφία –και επιβεβαιώνει η καλεσμένη– είναι γύρω στα 6-7 έτη, με εξατομικευμένες φυσικά προσεγγίσεις.
Μονογονεϊκή ανατροφή και επιπτώσεις
Η νευροεπιστημονική έρευνα που επικαλείται η καθηγήτρια αναδεικνύει πως τα παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών ενδέχεται να εμφανίσουν υψηλότερα επίπεδα στρες, δυσκολίες στην αυτορρύθμιση και ενίοτε συναισθηματικά ελλείμματα, αν δεν υπάρξει επαρκές υποστηρικτικό περιβάλλον. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι μια μονογονεϊκή οικογένεια δεν μπορεί να είναι λειτουργική. Η παρουσία σταθερότητας, αγάπης και δομής είναι καθοριστικής σημασίας.
Ομόφυλα ζευγάρια και υιοθεσία: Το παιδί πάνω απ’ όλα
Η δεύτερη ενότητα της συζήτησης άγγιξε ένα άλλο θέμα-ταμπού: την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Η Δρ. Παπαδάτου-Παστού ήταν ξεκάθαρη: «Η επιστήμη δεν υποστηρίζει ότι το φύλο των γονέων καθορίζει την υγιή ανατροφή ενός παιδιού».
Με βάση εκτενή ερευνητικά δεδομένα από διεθνείς επιστημονικούς φορείς –μεταξύ των οποίων και η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία– τα παιδιά που μεγαλώνουν με δύο γονείς του ίδιου φύλου δεν παρουσιάζουν στατιστικά σημαντικές διαφορές σε γνωστική, συναισθηματική ή κοινωνική ανάπτυξη σε σύγκριση με παιδιά ετεροφυλόφιλων οικογενειών.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι, όπως υπογραμμίζει η καλεσμένη, στην Ελλάδα επιτρέπεται η αναδοχή από ομόφυλα ζευγάρια αλλά όχι η υιοθεσία, γεγονός που δημιουργεί νομικό και ηθικό παράδοξο. Το βασικό κριτήριο, σύμφωνα με την ίδια, πρέπει να είναι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού και όχι ιδεολογικά ή πολιτικά φίλτρα.
Μια φωνή λογικής και επιστήμης στον δημόσιο διάλογο
Η Δρ. Μαριέττα Παπαδάτου-Παστού, με επιστημονική κατάρτιση που συνδυάζει την ελληνική ακαδημαϊκή εμπειρία και τη διεθνή αναγνώριση από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αποτελεί μία από τις πιο αξιόπιστες φωνές σε ζητήματα ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης και γονικής μέριμνας. Το έργο της δεν περιορίζεται στην έρευνα – επεκτείνεται στη δημόσια συζήτηση με τεκμηριωμένες παρεμβάσεις, που αναζητούν ουσία και όχι εντυπώσεις.