Η νέα έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα φέρνει στο φως δυσοίωνα ευρήματα για τη σωματική και ψυχική κατάσταση των εργαζομένων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 74% των εργαζομένων δηλώνει ότι επιστρέφει από την εργασία πάντα ή συχνά εξαντλημένο, ενώ ένας στους δύο αναφέρει ότι η εργασία του απαιτεί σημαντική σωματική προσπάθεια.
Η έρευνα εστιάζει στις συνθήκες εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως το φυσικό περιβάλλον, το ωράριο, η ένταση της εργασίας και η εργασιακή ασφάλεια. Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από έντονη εντατικοποίηση, χαμηλές αμοιβές και ελλιπή προστασία των εργαζομένων.
Κλάδοι με τη μεγαλύτερη σωματική καταπόνηση
Η σωματική εξάντληση δεν είναι ομοιόμορφη σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, οι περισσότεροι εργαζόμενοι με αυξημένες απαιτήσεις σωματικής προσπάθειας προέρχονται από:
- Εμπόριο και επισκευές οχημάτων (23%)
- Εστίαση και τουριστικά καταλύματα (16%)
- Μεταποίηση (14%)
- Επαγγελματικές και τεχνικές δραστηριότητες (13%)
- Μεταφορές και αποθήκευση (10%)
Οι συνθήκες εργασίας σε αυτούς τους τομείς περιλαμβάνουν πολύωρη ορθοστασία, επαναλαμβανόμενες κινήσεις, άρση βαριών αντικειμένων και έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, αυξάνοντας το αίσθημα κόπωσης και επιβαρύνοντας την υγεία των εργαζομένων.
Οι επιπτώσεις της εργασίας στην υγεία
Η εντατικοποίηση της εργασίας και η έλλειψη προστατευτικών μέτρων έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζομένων. Οι περισσότεροι δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν:
- Συνεχή μυοσκελετικά προβλήματα
- Αυξημένα επίπεδα εργασιακού στρες
- Διαταραχές ύπνου και χρόνια κόπωση
- Μειωμένη παραγωγικότητα και έλλειψη κινήτρων
Το 77% των εργαζομένων με χαμηλά εισοδήματα (έως 7.000 ευρώ ετησίως) αναφέρει σωματική εξάντληση, ποσοστό που παραμένει υψηλό ακόμη και σε όσους έχουν αποδοχές άνω των 30.000 ευρώ (64%). Το εύρημα αυτό καταδεικνύει ότι η εργασιακή κόπωση επηρεάζει το σύνολο των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τη μισθολογική τους κλίμακα.
Χαμηλοί μισθοί και επισφάλεια εργασίας
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι οι οικονομικές απολαβές παραμένουν χαμηλές για τη μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων. Μόνο το 10% των συμμετεχόντων έχει ετήσιες απολαβές άνω των 30.000 ευρώ, ενώ το 9% εργάζεται σε μεγάλες επιχειρήσεις με περισσότερους από 250 εργαζομένους.
Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι η πλειοψηφία των εργαζομένων απασχολείται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου η εργασιακή ανασφάλεια και οι χαμηλές αμοιβές αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα. Παράλληλα, η εντατικοποίηση της εργασίας δεν συνοδεύεται από αντίστοιχες αυξήσεις στους μισθούς, γεγονός που επιδεινώνει την οικονομική και ψυχολογική πίεση των εργαζομένων.
Τι προτείνει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Στο εισαγωγικό της σημείωμα, η ΓΣΕΕ τονίζει την ανάγκη για νέες πολιτικές παρεμβάσεις που θα διασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και υψηλότερες αμοιβές. Συγκεκριμένα, προτείνει:
- Αύξηση του κατώτατου μισθού και βελτίωση των συλλογικών συμβάσεων
- Περιορισμό της εντατικοποίησης της εργασίας μέσω πιο δίκαιων ρυθμίσεων στο ωράριο
- Μέτρα για την ασφάλεια και υγεία στην εργασία, ειδικά σε βαριές και ανθυγιεινές εργασίες
- Ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής μέσω ευέλικτων μορφών απασχόλησης
Το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ υπογραμμίζει ότι η σύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης με την προστασία των εργαζομένων είναι κρίσιμη για ένα βιώσιμο και δίκαιο μοντέλο ανάπτυξης.