Το 2024 φαίνεται να είναι η χρονιά των αυξήσεων για τον κλάδο της ένδυσης και υπόδησης, με την ελληνική αγορά να πληρώνει τις συνέπειες της παγκόσμιας πληθωριστικής πίεσης, αλλά και των ανακατατάξεων που προκάλεσαν η πανδημία και οι συνεχιζόμενοι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση των τιμών στον τομέα αυτό αγγίζει το 6,2% μέχρι το τέλος του 2024, με την επίπτωση στον γενικό δείκτη πληθωρισμού να φτάνει το 0,34%. Παρά τις αυξήσεις, η ζήτηση παραμένει σχετικά ανθεκτική, λόγω των οικονομικών ανακατατάξεων και των εξελίξεων στην παγκόσμια αγορά.
Οι παράγοντες της αγοράς αναγνωρίζουν ότι οι αυξήσεις των τιμών στον κλάδο δεν είναι μονόδρομος και αποδίδονται κυρίως στην εκτίναξη του ενεργειακού και μισθολογικού κόστους, αλλά και στα αυξημένα ναύλα στις μεταφορές. Η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες της ΕΕ, επηρεάζεται από τις διεθνείς κρίσεις και τις αυξήσεις στις τιμές μεταφορών, ειδικά μετά την κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα, κάτι που έχει ωθήσει τις επιχειρήσεις να αναπροσαρμόσουν τις τιμές τους.
Η ένδυση και η υπόδηση έχουν παραμείνει σε σχετικά σταθερές τιμές τα τελευταία χρόνια, αλλά οι συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς έχουν προκαλέσει μια «τέλεια καταιγίδα» για τον κλάδο. Οι διεθνείς πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως οι Temu και Shein, έχουν αυξήσει τον ανταγωνισμό στην αγορά, πλήττοντας κυρίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας. Παρά την ύφεση στη ζήτηση, οι καταναλωτές προσαρμόζονται σταδιακά στις αυξήσεις τιμών, με τον Έλληνα καταναλωτή να προτιμά να αγοράζει λιγότερο, αλλά να συνεχίζει τις αγορές του.
Η ελληνική αγορά εξακολουθεί να είναι πεδίο πειραματισμού για πολλές διεθνείς αλυσίδες, που εκμεταλλεύονται το μικρό μέγεθος της αγοράς για να εφαρμόσουν στρατηγικές αυξήσεων τιμών χωρίς να αντιμετωπίζουν σοβαρές συνέπειες. Στην ίδια λογική, οι μεγάλες αλυσίδες χρησιμοποιούν στρατηγικές ολιγοπωλίου, αποδυναμώνοντας τα τοπικά καταστήματα και κερδίζοντας μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.
Μια ιδιαίτερη παρατήρηση από τον πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου Αθήνας, Σταύρο Καφούνη, είναι ότι οι ανατιμήσεις στον τομέα είναι παροδικές και σχετίζονται με τις εκρηκτικές αυξήσεις του ενεργειακού και μισθολογικού κόστους. Παρά ταύτα, οι τιμές φαίνεται να αποκλιμακώνονται και αναμένονται ελαφρές μειώσεις από τις αρχές του 2025. Στις ανατιμήσεις του 2024 συνέβαλαν οι ανισότητες στις ισοτιμίες νομισμάτων, καθώς και οι αυξημένοι ναύλοι για τις μεταφορές προϊόντων.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι μεγάλες βιομηχανίες της ένδυσης πλέον λαμβάνουν αποφάσεις υπό την καθοδήγηση στελεχών από τον τραπεζικό τομέα και τα χρηματιστήρια, κάτι που έχει διαφοροποιήσει τη φιλοσοφία του κλάδου. Αντί να βλέπουν τις εταιρείες ως εμπορικές δραστηριότητες, τις αντιμετωπίζουν ως commodities, με αποτέλεσμα τη λήψη στρατηγικών που αποσκοπούν στη μεγιστοποίηση των κερδών εις βάρος των τοπικών καταστημάτων.