Γεια σου, fotini_oikonomopoulou
Με τη Συνθήκη Προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα διασφάλισε το δικαίωμα εφαρμογής ειδικά μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου. Το μέτρο αυτό δεν συνιστούσε προνόμιο, αλλά λειτουργούσε ως αντιστάθμισμα στα δομικά μειονεκτήματα της νησιωτικότητας – όπως η εδαφική ασυνέχεια, το μικρό μέγεθος, η δυσκολία μεταφορών, η απομόνωση κατά τον χειμώνα και η περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες.
Η Οδηγία 92/77/ΕΟΚ του Συμβουλίου καθόρισε ρητώς ότι η Ελλάδα μπορεί να εφαρμόζει μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ, έως και 30% χαμηλότερους από τους γενικούς, σε συγκεκριμένα νησιά (Λέσβο, Χίο, Σάμο, Δωδεκάνησα, Κυκλάδες, Θάσο, Σαμοθράκη, Βόρειες Σποράδες και Σκύρο). Η διάταξη αυτή ενσωματώθηκε αργότερα στην Οδηγία 2006/112/ΕΚ (άρθρο 120) και τέθηκε σε ισχύ με το άρθρο 21 του Ν. 2859/2000.
Το δημοσιονομικό κόστος του μέτρου για τα νησιά του Αιγαίου εκτιμάται σε 350 εκατ. ευρώ ετησίως, επί συνόλου περίπου 1 δισ. για όλους τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ στη χώρα.
Ανάλογες προβλέψεις υπάρχουν και για άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, όπως Πορτογαλία, Γαλλία, Ιταλία, Δανία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστρία και Ισπανία. Σε πολλές περιπτώσεις, δόθηκε η δυνατότητα διατήρησης μειωμένων ή και μηδενικών συντελεστών ΦΠΑ, είτε σε νησιωτικές περιοχές είτε σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
Ενδεικτικά παραδείγματα: Η Δανία εξαιρεί τα νησιά Φερόε και τη Γροιλανδία, η Γερμανία το Heligoland, η Ισπανία τα Κανάρια Νησιά, η Πορτογαλία τις Αζόρες και τη Μαδέρα, ενώ στην Κορσική ισχύει μειωμένος συντελεστής 13% για προϊόντα όπως το πετρέλαιο.
Η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος στην Ελλάδα αποτέλεσε απαίτηση των δανειστών για λόγους δημοσιονομικής προσαρμογής. Η ένταξή της στο τρίτο Μνημόνιο προέβλεπε σταδιακή κατάργηση ανά νησιωτική ομάδα, με εξαίρεση τα νησιά του Βορείου Αιγαίου λόγω των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την αναθεώρηση της Οδηγίας ΦΠΑ, ζητώντας κατάργηση της δυνατότητας εφαρμογής μειωμένων συντελεστών με γεωγραφικά κριτήρια. Το Δίκτυο Νησιωτικών Επιμελητηρίων της ΕΕ (INSULEUR) αντέδρασε σθεναρά, ζητώντας όχι μόνο διατήρηση αλλά και επέκταση του μέτρου σε όλα τα ευρωπαϊκά νησιά, στο πλαίσιο της αρχής της «ρήτρας νησιωτικότητας».
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ψήφισμά του στις 4 Φεβρουαρίου 2016, καθώς και η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της της 13ης Ιουλίου 2016, τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στα νησιά. Παρόλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αρκετές κυβερνήσεις κρατών-μελών, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, έκριναν ότι το θέμα έχει λήξει.
Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, καθοριστική ήταν η συμβολή της Δρ. Αθηνάς Καλύβα, Γενικής Γραμματέως Φορολογικής Πολιτικής στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Με τεχνοκρατική επάρκεια, στρατηγική διαπραγμάτευση και πατριωτικό αίσθημα, πέτυχε τη διατήρηση του καθεστώτος, αξιοποιώντας την απαίτηση ομοφωνίας στο ECOFIN και συμμαχώντας με άλλα κράτη που επίσης έχαναν αντίστοιχα δικαιώματα. Η σχετική πρόνοια ενσωματώθηκε αυτούσια στο άρθρο 104β της νέας Οδηγίας ΦΠΑ, με ισχύ από 1.1.2025.
Μια μικρή, αλλά ουσιαστική νίκη για τα νησιά του Αιγαίου. Μια απόδειξη ότι οι μάχες στις Βρυξέλλες κερδίζονται όταν πίσω από τις θέσεις υπάρχουν πρόσωπα με γνώση, βούληση και επιμονή.
Άλλωστε, δεν ήταν η προσωπικότητα του Καραμανλή που εξασφάλισε την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ; Ο Παπανδρέου δεν πέτυχε τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα; Ο Σημίτης δεν έφερε την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ και την Κύπρο στην ΕΕ;
Το στοίχημα τώρα είναι η ουσιαστική εφαρμογή της νέας Οδηγίας. Παρά τη θεσμική νίκη, η ελληνική νομοθεσία (Ν.5144/2024) αγνοεί τις νέες ευρωπαϊκές πρόνοιες και περιορίζει το μέτρο σε πέντε νησιά (Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο), με προϋπόθεση τη λειτουργία μεταναστευτικών δομών. Σε περίπτωση παύσης λειτουργίας αυτών, η σχετική Υπουργική Απόφαση παύει να ισχύει εντός τριμήνου.
Πρόκειται για περιορισμό μεγαλύτερο από εκείνον που επέβαλε η Τρόικα.
Τώρα που η ελληνική οικονομία αφήνει πίσω της τα μνημόνια, γιατί να μην αξιοποιηθεί πλήρως το δικαίωμα για εφαρμογή μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά;
Όπως επισημαίνει και η Έκθεση Letta για την ενιαία αγορά, η παραμέληση της εδαφικής διάστασης στις ευρωπαϊκές πολιτικές απειλεί τη δημόσια στήριξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι εδαφικές ανισορροπίες μπορούν να είναι εξίσου επικίνδυνες με τις μακροοικονομικές.
Ναι, υπάρχει ένα κόστος. Αλλά το κόστος αυτό αξίζει να το επωμιστεί το Κράτος για την επιβίωση και ανάπτυξη των νησιών μας.