Σε αναβάθμιση των εκτιμήσεών της για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης προχωρά η Deutsche Bank. Διαπιστώνοντας ότι το οικονομικό momentum «αντέχει» παρά την αβεβαιότητα, ο οίκος περιμένει ανάπτυξη 0,8% φέτος (από 0,5% προηγουμένως), ουσιαστικά επαναφέροντας τις εκτιμήσεις του στα επίπεδα όπου βρίσκονταν πριν από την ανακοίνωση των δασμών της «Ημέρας Απελευθέρωσης» του Trump. Μάλιστα, τονίζει ότι το 2026 θα φέρει έναν διαφορετικό τόνο, προβλέποντας μεγαλύτερη αμυντική και στρατηγική αυτονομία για την περιοχή, και μιλώντας ακόμα και για «ευρωπαϊκό εξαιρετισμό».
Το 2025 δεν είναι τόσο άσχημο για την Ευρώπη όσο φοβόταν, σημειώνει η Deutsche Bank, καθώς τα πραγματικά εισοδήματα συνεχίζουν να στηρίζουν την αύξηση της εσωτερικής ζήτησης, η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική και οι μειώσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ περνούν στην πραγματική οικονομία, ενισχύοντας τις πιστώσεις. Επιπλέον, η νέα γερμανική κυβέρνηση διαμορφώνει θετικό κλίμα, ενισχύοντας τους παράγοντες που επιδρούν θετικά στην ευρωπαϊκή οικονομία, παρά τους αμερικανικούς δασμούς.
Άλλωστε, προσθέτει ο οίκος, και οι άμεσες επιπτώσεις από τους δασμούς ίσως να είναι μικρότερες από ό,τι πολλοί φοβούνταν, καθώς οι ΗΠΑ αποκλιμακώνουν τον εμπορικό πόλεμο.
Το κεντρικό σενάριο της Deutsche Bank θέλει την Ευρώπη και τις ΗΠΑ να καταλήγουν σε μία εμπορική συμφωνία που θα διατηρήσει τον βασικό δασμό στο 10%. Στο τέλος, οι ΗΠΑ θα αποδεχθούν την πρόταση της Ευρώπης να αγοράσει περισσότερο LNG, σόγια και όπλα καθώς και να μειώσουν κάποια μη δασμολογικά εμπόδια στο εμπόριο.
Η άλλη μεγάλη τάση, πέραν του εμπορικού πολέμου, αυτή των αμυντικών δαπανών, θα γίνεται όλο και πιο σημαντική το επόμενο διάστημα, προσθέτουν οι αναλυτές. Η προσδοκία της αύξησης των αμυντικών δαπανών οδηγεί την Deutsche Bank να διατηρήσει την πρόβλεψή της για ανάπτυξη 1% στην Ευρωζώνη το 2026, παρά τον εμπορικό πόλεμο.
Μάλιστα, οι αμυντικές δαπάνες ευθύνονται για την αναβάθμιση της πρόβλεψης του οίκου για την ανάπτυξη του 2027 από το 1,2% στο 1,5%.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι αναλυτές αναγνωρίζουν ότι η πρόβλεψή τους για μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ έως το 1,5% ίσως να μην επιβεβαιωθεί, αφού υπάρχουν αυξανόμενες πιθανότητες η κεντρική τράπεζα να σταματήσει τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της νωρίτερα.
Ο κόσμος αλλάζει – Η ευκαιρία της Ευρώπης;
Η αργή διάβρωση της αμερικανικής κυριαρχίας αφήνει χώρο για άλλους και η Ευρώπη ίσως να βρει τη δική της στιγμή, αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές της Deutsche Bank, μιλώντας ακόμα και για «ευρωπαϊκό εξαιρετισμό» (EU exceptionalism).
Ο κόσμος μας έχει αλλάξει οριστικά, εξηγούν. Ένας πιο γεωπολιτικός κόσμος, με περισσότερες εντάσεις, δεν είναι ο κόσμος για τον οποίο φτιάχτηκε η Ευρώπη. Το μοντέλο «υψηλών εξαγωγών/χαμηλής άμυνας» της Ευρώπης είναι ευάλωτο στις νέες συνθήκες, με αποτέλεσμα η σταθερότητα και η βιωσιμότητα να υπαγορεύουν περισσότερη στρατηγική αυτονομία.
Η Ευρώπη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσει να κάνει εμπόριο και να διατηρήσει τις συμμαχίες της, αποκτώντας παράλληλα περισσότερη ανεξαρτησία την ασφάλεια, την άμυνα, την ενέργεια, την τεχνολογία, τις εφοδιαστικές αλυσίδες, το finance κτλ.
Η έκθεση Draghi για την ανταγωνιστικότητα μπορεί να θεωρηθεί ένας οδικός χάρτης για τη στρατηγική αυτονομία, και ενώ το κόστος των 800 δισ. ευρώ ετησίως έμοιαζε απρόσιτο, εντούτοις η πτώση του αμερικανικού εξαιρετισμού και η διαφοροποίηση των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών ροών από τις ΗΠΑ, θα μπορούσαν να χαμηλώσουν τα εμπόδια για την στρατηγική αυτονομία της Ε.Ε., εξηγεί η Deutsche Bank.
Μάλιστα, βλέπει ήδη να διαμορφώνονται τα θεμέλια πάνω στα οποία θα χτιστεί η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Το πρώτο είναι οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου τις οποίες επιδιώκει η Ε.Ε., καθώς όπως επισημαίνει ο οίκος, οι αμερικανικοί δασμοί δεν σημαίνουν το τέλος της παγκοσμιοποίησης. Αντίθετα, η Ευρώπη αρχίζει να στρέφει τις εμπορικές συνεργασίες της περισσότερο προς τον Παγκόσμιο Νότο.
Την ίδια στιγμή, η Κομισιόν της Von der Leyen αρχίζει να υλοποιεί το Σχέδιο Draghi με την Competitiveness Compass, μια πλατφόρμας πολιτικών που εστιάζει στην καινοτομία, την ενέργεια και την απορρύθμιση.
Και βέβαια, οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες δεν βελτιώνουν μόνο την ευρωπαϊκή ασφάλεια, αλά και την οικονομική ανάπτυξη.