Μια νέα μέθοδος ξεπλύματος μαύρου χρήματος έχει εντοπιστεί στην Ελλάδα, σύμφωνα με την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Οι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται το νομικό σύστημα της χώρας για να δημιουργήσουν εταιρείες-κέλυφος, μέσω των οποίων εισρέουν παράνομα χρήματα από το εξωτερικό και κατόπιν «εξάγονται» πάλι σε τρίτες χώρες.
Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει την ίδρυση μιας ελληνικής εταιρείας, χωρίς καμία ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα. Οι λογαριασμοί της εταιρείας πιστώνονται με ποσά από το εξωτερικό, συνήθως από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν πέσει θύματα απάτης.
Στη συνέχεια, τα χρήματα μεταφέρονται σε αλλοδαπές εταιρείες ή σε άλλους λογαριασμούς στο εξωτερικό. Σε πολλές περιπτώσεις, τα ποσά που μεταφέρονται μπορεί να είναι εκατοντάδες χιλιάδες ή ακόμα και εκατομμύρια ευρώ.
Η Αρχή, αφού διεξήγαγε σειρά ερευνών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω εταιρείες χρησιμοποιούνται κυρίως για την εκτέλεση απατών μέσω διασυνοριακών συναλλαγών, όπως και για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Στην έκθεσή της, η Αρχή καταγράφει τις αδυναμίες του υπάρχοντος συστήματος και προτείνει ενίσχυση των μέτρων ελέγχου, προκειμένου να αποτραπούν τέτοιες δραστηριότητες στο μέλλον.
Οι βασικοί παράγοντες που εντοπίστηκαν στις υποθέσεις αυτές περιλαμβάνουν:
- Η ίδρυση εταιρειών χωρίς πραγματική δραστηριότητα ή προσωπική παρουσία των ιδρυτών στην Ελλάδα.
- Η χρήση εταιρικών μορφών που επιτρέπουν εύκολη και γρήγορη ίδρυση, όπως η Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία (Ι.Κ.Ε.).
- Η εκτεταμένη χρήση τραπεζικών λογαριασμών που λαμβάνουν χρήματα από το εξωτερικό και ακολουθούνται από ταχεία εξαγωγή τους σε άλλες χώρες.
- Η ανυπαρξία φορολογικών δηλώσεων ή η υποβολή ανακριβών δηλώσεων για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των εταιρειών αυτών.
Οι προειδοποιητικοί δείκτες που αναγνωρίστηκαν, καθιστούν σαφές ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι λογιστές και οι δικηγόροι πρέπει να εντείνουν τους ελέγχους τους για την αποτροπή αυτών των πρακτικών. Ιδιαίτερα οι δικηγόροι και οι λογιστές που ασχολούνται με τη σύσταση εταιρειών είναι σε θέση να εντοπίσουν πιθανά σημάδια απάτης ή ξέπλυμα χρήματος.
Η Αρχή τονίζει ότι το φαινόμενο αυτό αναδεικνύει τις αδυναμίες του υφιστάμενου νομικού και τραπεζικού συστήματος, που επιτρέπουν τη διενέργεια τέτοιων παράνομων συναλλαγών χωρίς εύκολη ανίχνευση. Ωστόσο, η ενίσχυση των ελέγχων και η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων μπορεί να συμβάλλει στην καταπολέμηση αυτών των φαινομένων.
Η συντονισμένη δράση των αρμόδιων αρχών, σε συνεργασία με τις τράπεζες και τους επαγγελματίες του κλάδου, είναι καθοριστική για την πρόληψη της διάδοσης αυτών των φαινομένων, καθώς οι ενδείξεις τους γίνονται όλο και πιο εμφανείς.
Πηγή: businessdaily.gr