Τρεις μήνες κατά μέσον όρο θα πρέπει να περιμένουν οι επιχειρήσεις για να συνδεθούν στο δίκτυο του ηλεκτρικού ρεύματος, χρόνος που μεταφράζεται σε απώλεια εσόδων, κερδών και φυσικά παραγωγής. Ακόμη, όμως, και όσες επιχειρήσεις είναι ήδη συνδεδεμένες στο δίκτυο αντιμετωπίζουν συχνά προβλήματα διακοπών και ακόμη συχνότερα προβλήματα πτώσης της τάσης, με συνέπεια τη διακοπή της παραγωγής, την καταστροφή μηχανημάτων, αλλά και την καταστροφή πρώτων υλών, από τρόφιμα έως υλικά συσκευασίας, κάτι που μεταφράζεται σε πολλές χιλιάδες ευρώ.
«Διατηρώ φούρνο ο οποίος λειτουργεί εδώ και 52 χρόνια. Για πρώτη φορά στη διάρκεια αυτών των 52 ετών δεν παρήχθη ψωμί λόγω βλάβης στο δίκτυο η οποία αποκαταστάθηκε την επόμενη ημέρα», είπε χαρακτηριστικά χθες ο κ. Ιωάννης Μάνος, α΄ αντιπρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΒΕΑ).
Και αν η διακοπή για μία ή και περισσότερες ώρες σε μια οικιακή σύνδεση είναι διαχειρίσιμη, δεν συμβαίνει το ίδιο στις επιχειρήσεις, ειδικά μάλιστα που εάν κάποιες δεν μπορούν να λειτουργήσουν ακόμη και μία ώρα το πρωί, όπως ένα αρτοποιείο, τότε έχει χαθεί η παραγωγή όλης της ημέρας. Να σημειωθεί εδώ ότι, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία Netrino για λογαριασμό του ΒΕΑ σε ευρύ δείγμα επιχειρήσεων στην Αττική και στην Κεντρική Μακεδονία, το 46% ανέφερε ότι υφίσταται διακοπές ρεύματος διάρκειας 1-3 ωρών.
Ούτε οι διακοπές ρεύματος ούτε η αργή αποκατάσταση της ηλεκτροδότησης –και μάλιστα όχι έπειτα από μια εκτεταμένη κακοκαιρία– είναι μεμονωμένα περιστατικά, όπως κατήγγειλαν χθες οι εκπρόσωποι των βιοτεχνών και των ηλεκτρολόγων – εγκαταστατών, με τις αιτίες να εντοπίζονται κυρίως, σύμφωνα με τους ίδιους, στην ανεπαρκή λειτουργία του ΔΕΔΔΗΕ (Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας). Ανεπάρκειες που ξεκινούν από την παλαιότητα του δικτύου και την ελλιπή συντήρησή του, με συνέπεια τις συχνές διακοπές ρεύματος ειδικά τους θερινούς μήνες, και φθάνουν έως την έλλειψη ικανού αριθμού τεχνικών.
Η κατάσταση, σύμφωνα τόσο με τον πρόεδρο του ΒΕΑ Κ. Δαμίγο όσο και με τον αντιπρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργοληπτών Ηλεκτρολόγων (ΠΟΕΣΗ) Ζήση Σαρδάνη, έχει επιδεινωθεί από τις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου, όταν ο ΔΕΔΔΗΕ έκλεισε τα περιφερειακά υποκαταστήματα που είχε για την εξυπηρέτηση ιδιωτών και επιχειρήσεων και μετέτρεψε την εξυπηρέτηση σε πλήρως ηλεκτρονική ή τηλεφωνική, είτε πρόκειται για βλάβες είτε για νέες συνδέσεις.
«Έχει χαθεί πλέον η επικοινωνία με τον ΔΕΔΔΗΕ», υποστήριξε ο κ. Σαρδάνης, ενώ ανάλογη γνώμη έχει το 73% των ηλεκτρολόγων εγκαταστατών, σύμφωνα με άλλη έρευνα της Netrino που επίσης παρουσιάστηκε χθες. Σύμφωνα με τον ίδιο, πριν από τον παραπάνω «εκσυγχρονισμό» του ΔΕΔΔΗΕ, μια νέα σύνδεση γινόταν σε λιγότερο από ένα μήνα. «Στον Νομό Εβρου, για παράδειγμα, έχει μείνει πλέον μόνο ένας επισκοπιστής (σ.σ. τεχνικός του ΔΕΔΔΗΕ που κάνει τον έλεγχο όταν πρόκειται να γίνει μια νέα σύνδεση), ο οποίος βρίσκεται στην Αλεξανδρούπολη και έχει αρμοδιότητα για όλο τον νομό», πρόσθεσε ο ίδιος. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τους διοργανωτές της συνέντευξης Τύπου, σε αυτή χθες είχαν προσκληθεί εκπρόσωποι του ΔΕΔΔΗΕ και της ΡΑΑΕΥ (Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων), όμως δεν παρευρέθηκε κανείς.
Όσες επιχειρήσεις είναι ήδη συνδεδεμένες στο δίκτυο βρίσκονται αντιμέτωπες με τις διακοπές ρεύματος. Το 71% των επιχειρήσεων βιώνει αυτή την κατάσταση 1-2 φορές τον χρόνο, ενώ σχεδόν μία στις τέσσερις, μία ή και περισσότερες φορές τον μήνα. Σοβαρά προβλήματα και ίσως και πιο «ύπουλα» προκύπτουν επίσης από τις συχνές πτώσεις της τάσης, με τις μισές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν αυτή την κατάσταση 1-2 φορές τον χρόνο και μία στις τρεις τουλάχιστον μία φορά τον μήνα.
Το κόστος της απώλειας προϊόντων λόγω διακοπής ρεύματος ή πτώσης της τάσης, καθώς προκαλούνται ζημιές στα ψυγεία και όχι μόνο, υπερβαίνει για το 12% των επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι έχουν υποστεί τέτοιες απώλειες τις 6.000 ευρώ, ενώ για το 40% περίπου κυμαίνεται από 1.000 έως 6.000 ευρώ. Αν και η νομοθεσία προβλέπει αποζημίωση από τον ΔΕΔΔΗΕ, μόλις το 14% όσων δήλωσαν ότι υπέβαλαν σχετική αίτηση (το 9% αυτών που υπέστησαν ζημιές) έλαβε αποζημίωση. Οι βασικοί λόγοι της μη καταβολής, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις, ήταν ότι ο ΔΕΔΔΗΕ δεν ασχολήθηκε ή δεν αναγνώρισε ότι υπήρξε πτώση της τάσης. Το 18% ασφαλίζει την επιχείρησή του για κινδύνους από διακοπές ρεύματος, αλλά μόνο το 24% έχει λάβει αποζημίωση από διακοπή ρεύματος.
Τα παραπάνω δεν είναι τα μοναδικά συμπτώματα δυσλειτουργίας του ΔΕΔΔΗΕ. Μόλις πριν από ένα μήνα, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) με επιστολή του γνωστοποίησε τα σφάλματα και τις καθυστερήσεις στις τηλεμετρήσεις που κάνει ο ΔΕΔΔΗΕ μέσω των έξυπνων μετρητών, ενώ στην Ηπειρο 50 μεταποιητικές επιχειρήσεις που επένδυσαν σε φωτοβολταϊκά περιμένουν πάνω από δύο χρόνια για να συνδεθούν με το δίκτυο. Οσον αφορά, δε, τις βλάβες και παρά τις εξαγγελίες για την υπογειοποίηση των καλωδίων, το 90% των γραμμών παραμένει εναέριο.