Η συζήτηση με τη Δρ. Παπαδάτου-Παστού ξεκίνησε από την έννοια της συνεπιμέλειας, μια μορφή γονικής μέριμνας που επιδιώκει ισορροπία και συμμετοχή και των δύο γονέων μετά από ένα διαζύγιο ή χωρισμό. Αν και κοινωνικά φορτισμένη, η επιστημονική προσέγγιση είναι σαφής: το παιδί έχει ανάγκη και τους δύο γονείς, εφόσον δεν υπάρχει κακοποιητικό ή δυσλειτουργικό περιβάλλον.
Η ειδικός εξηγεί για το πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το ερευνητικό ερώτημα αλλά και τα επιστημονικά εργαλεία. Για παράδειγμα, ένα ξεκάθαρο ερευνητικό ερώτημα θα μπορούσε να ήταν: «Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε καθεστώς συνεπιμέλειας έχουν περισσότερες αγχώδεις διαταραχές σε σχέση με τα παιδιά που μεγαλώνουν σε καθεστώς αποκλειστικής επιμέλειας;»
Από εκατοντάδες μελέτες οι οποίες έχουν περάσει από την διαδικασία της μετα-ανάλυσης , υπογραμμίζεται, πως τα παιδιά που μεγαλώνουν σε καθεστώς συνεπιμέλειας έχουν καλύτερη ψυχολογική προσαμοργή, καλύτερη λειτουργικότητα, καλύτερες σχέσεις με κάθε γονέα ανεξάρτητα αλλά και με παππούδες και καλύτερη σωματική υγεία.
Το συμπέρασμα; Η συνεπιμέλεια είναι το σημείο έναρξης.
Σε ποιες περιπτώσεις δεν θα πρέπει να ισχύει η συνεπιμέλεια;
Δύο είναι οι περιπτώσεις: Είτε ο ένας από τους δύο γονείς είναι αποδεδειγμένα αμελής είτε αποδεδειγμένα κακοποιητικός. Η Δρ. Παπαδάτου-Παστού εξηγεί με βεβαιότητα πως οι διανυκτερεύσεις στα σπίτια των δύο γονιών αποτελούν θετικές εμπειρίες.
Αντίθετα, όταν ένα παιδί λόγου χάρη διανυκτερεύει αποκλειστικά στο σπίτι της μητέρας στην ουσία ο χρόνος που περνά με τον πατέρα είναι δυσανάλογα σύντομος. Παράλληλα, η μητέρα θα αναλάβει αποκλειστικά την εφαρμογή των ορίων. Να το βάλει για παράδειγμα συγκεκριμένη ώρα για ύπνο, για μπάνιο κτλ.
Το αποτέλεσμα θα είναι ένας ασύμμετρος ρόλος εις βάρος της μητέρας τελικά όσον αφορά το φόρτο εργασίας, του πατέρα όσον αφορά το συναισθηματικό δέσιμο και κυρίως του παιδιού που δεν προλαβαίνει να έχει επαρκή χρόνο με τον έναν γονιό του.
Ομόφυλα ζευγάρια και υιοθεσία
Η επόμενη ενότητα της συζήτησης άγγιξε ένα άλλο θέμα-ταμπού: την υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Η Δρ. Παπαδάτου-Παστού ήταν ξεκάθαρη: «Για ποιο λόγο η υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια κάνει καλό».
Με βάση εκτενή ερευνητικά δεδομένα γνωρίζουμε πως τα παιδιά που μεγαλώνουν με ομόφυλα ζευγάρια δεν διαφέρουν σε τίποτα από τα παιδιά που μεγαλώνουν με ετερόφυλα ζευγάρια.
Διεθνείς επιστημονικοί φορείς, μεταξύ των οποίων και η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (APA), ήδη από το 2006 έχει στο δημόσιο λόγο της υποστηρίξει πως δεν υπάρχουν διαφορές στο ψυχολογικό, κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο των παιδιών εκείνων που μεγαλώνουν με ομόφυλα ζευγάρια. Μάλιστα, η Ελληνική Ψυχολογική Εταιρεία έχει δημοσιευσεί αντίστοιχα ψηφίσματα.
Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες που έχουν να κάνουν με την ψυχολογική και κοινωνική προσαρμοργή των εφήβων: οι σχέσεις του παιδιού με τους γονείς του, οι σχέσεις που έχουν οι σημαντικοί άλλοι μεταξύ τους (π.χ. γονείς με παππούδες) και οι οικονομικοί και άλλοι πόροι που έχει στη διάθεσή του το παιδί.
Η συνεπιμέλεια και η υιοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια στην ουσία είναι ένας κοινός παρανομαστής αφού για να μεγαλώσεις ένα παιδί σωστά χρειάζεται αγάπη, ασφάλεια και σταθερότητα. Δεν έχει να κάνει ούτε με το φύλο, ούτε με τον σεξουαλικό προσανατολισμό των γονέων. Επικεντρωνόμαστε μόνο στην ποιότητα της γονεϊκότητας και όχι για κάτι άλλο.
Μια φωνή επιστήμης στον δημόσιο διάλογο
Η Δρ. Μαριέττα Παπαδάτου-Παστού, με επιστημονική κατάρτιση που συνδυάζει την ελληνική ακαδημαϊκή εμπειρία και τη διεθνή αναγνώριση από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, αποτελεί μία από τις πιο αξιόπιστες φωνές σε ζητήματα ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης και γονικής μέριμνας. Το έργο της δεν περιορίζεται στην έρευνα, αλλά επεκτείνεται στη δημόσια συζήτηση με τεκμηριωμένες παρεμβάσεις, που αναζητούν ουσία και όχι εντυπώσεις.