Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει στο 125% του ΑΕΠ έως το τέλος του 2030, από σχεδόν 210% το 2020, καταγράφοντας μία από τις πιο εντυπωσιακές μειώσεις μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης. Η μείωση κατά 85 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε μία δεκαετία αποτυπώνει τη δυναμική της δημοσιονομικής προσαρμογής που πέτυχε η Ελλάδα την τελευταία περίοδο.
Το νέο περιβάλλον για τα ελληνικά ομόλογα
Οι διεθνείς επενδυτές έχουν ήδη αρχίσει να ανταμείβουν την ελληνική οικονομία. Μετά και την πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από τον οίκο S&P Global Ratings, το spread των ελληνικών 10ετών τίτλων υποχώρησε στις 84 μονάδες βάσης από τα αντίστοιχα γερμανικά, σύμφωνα με το δελτίο του ΟΔΔΗΧ.
Η απόδοση του 10ετούς περιορίστηκε στο 3,306%, ενώ σε όλες τις διάρκειες ομολόγων, από 2 έως 30 έτη, οι αποδόσεις έχουν υποχωρήσει από 17 έως 35 μονάδες βάσης τον τελευταίο μήνα. Ενδεικτικά, η διαφορά από τα γαλλικά ομόλογα είναι μόλις 11 μονάδες, από τα ισπανικά 19, ενώ τα ιταλικά παραμένουν 27 μονάδες βάσης υψηλότερα.
Πρωτογενές πλεόνασμα και ανθεκτική ανάπτυξη
Η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομικής πολιτικής ενισχύεται από το πρωτογενές πλεόνασμα – έκπληξη 4,8% του ΑΕΠ για το 2024, γεγονός που εδραίωσε το προφίλ της χώρας ως μια από τις πλέον δημοσιονομικά σταθερές στην ευρωζώνη.
Παράλληλα, εν μέσω της παγκόσμιας αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει ο νέος εμπορικός πόλεμος, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις λίγες χώρες της ευρωζώνης (μαζί με Κροατία, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο) για τις οποίες το ΔΝΤ δεν αναθεώρησε αρνητικά τις προβλέψεις ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, το 2025 προβλέπεται αύξηση του ΑΕΠ κατά 2%, ενώ για το 2026 η πρόβλεψη αυξήθηκε στο 1,8%.
Κλείσιμο της «ψαλίδας» με την ευρωζώνη
Το 2020, η απόσταση του ελληνικού χρέους από τον μέσο όρο της ευρωζώνης ανερχόταν στις 113,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις του ΔΝΤ, το 2030 η ψαλίδα αυτή θα έχει περιοριστεί στις 32,1 μονάδες, φέρνοντας την Ελλάδα σε απόσταση αναπνοής από το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί νέα δεδομένα για τη μακροχρόνια στρατηγική της χώρας στις αγορές, αλλά και για τη διαχείριση του χρέους, με φόντο τις μελλοντικές εκδόσεις τίτλων, την προσέλκυση επενδύσεων και την περαιτέρω θωράκιση της ελληνικής οικονομίας.
Η σταθεροποίηση του ελληνικού χρέους κάτω από το 130% του ΑΕΠ, σε συνδυασμό με τις θετικές προοπτικές για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική ισορροπία, καθιστούν την Ελλάδα έναν σημαντικό πόλο επενδυτικού ενδιαφέροντος στην περιφέρεια της ευρωζώνης. Σε μια συγκυρία που οι διεθνείς αγορές βρίσκονται σε αναζήτηση ασφαλών και αποδοτικών τοποθετήσεων, τα ελληνικά ομόλογα επανέρχονται στο προσκήνιο με ενισχυμένο κύρος.