Οι κακές επιδόσεις στους πλειστηριασμούς ακινήτων είναι η βασική αιτία για την υστέρηση των εσόδων από τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή», καθώς υπολείπονται κατά το ήμισυ περίπου των στόχων που έχουν τεθεί.
Σύμφωνα με στοιχεία της «Κ», τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς φθάνουν μόλις το 26% των εσόδων από τις τιτλοποιήσεις, έναντι 49% που έχει προβλεφθεί ως στόχος στα επιχειρηματικά πλάνα που έχουν καταθέσει οι εταιρείες διαχείρισης.
Αντιθέτως, σημαντικά πάνω από τον στόχο είναι τα έσοδα από τις ρυθμίσεις και τις αναδιαρθρώσεις δανείων που αντιπροσωπεύουν το 56% των εσόδων των τιτλοποιήσεων, έναντι στόχου 40% που προβλέπουν τα επιχειρησιακά πλάνα. Μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί 21 τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων και οι εγγυήσεις που έχει δώσει το Δημόσιο ανέρχονται στα 18,2 δισ. ευρώ.
Η υστέρηση των εσόδων από τους πλειστηριασμούς έχει επιπτώσεις και στη μείωση του ιδιωτικού χρέους. Αυτό γιατί πολλά από τα ακίνητα καταλήγουν με μειωμένη τιμή, με συνέπεια το χρέος τελικά που αποπληρώνεται να είναι μικρότερο από αυτό που θα μπορούσε να αποπληρωθεί εάν το ακίνητο έβρισκε αγοραστή στην αρχική τιμή του πλειστηριασμού. Υπενθυμίζεται ότι για πλειστηριασμούς που διενεργούνται δύο φορές και δεν κατακυρώνονται, δηλαδή καταλήγουν άγονοι, την επόμενη φορά που θα προκηρυχθούν για διενέργεια, η τιμή πρώτης προσφοράς του ακινήτου μειώνεται στο 80% της αρχικής, ενώ όταν καταλήγουν άγονοι και τρίτη φορά, η τιμή πρώτης προσφοράς του ακινήτου μειώνεται στο 65% της αρχικής. Με αυτόν τον τρόπο, πολλά ακίνητα πωλούνται τελικά κάτω από την εμπορική τιμή που ισχύει στην αγορά και έτσι το χρέος που βαρύνει τον οφειλέτη δεν μειώνεται όσο θα μπορούσε και το υπόλοιπο της οφειλής συνεχίζει να τον βαρύνει.
Το βασικό πρόβλημα που καθιστά τους πλειστηριασμούς ακινήτων αναποτελεσματικό εργαλείο, παρά τις βελτιώσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, συνδέεται με τις πολλαπλές ματαιώσεις, τις αναστολές, αλλά και τις ανακοπές που κατατίθενται, με συνέπεια ένας μικρός αριθμός ακινήτων να καταλήγει να βρει αγοραστή σε σχέση με τον αριθμό αυτών που βγαίνουν στον πλειστηριασμό. Συνολικά το 2024 προγραμματίστηκε να διεξαχθούν 69.026 πλειστηριασμοί ακινήτων και από αυτούς:
• Οι 20.362 (ποσοστό 29,5%) ανεστάλησαν ή ματαιώθηκαν, οπότε και η διαδικασία του πλειστηριασμού δεν ολοκληρώθηκε.
• Από τους υπόλοιπους 48.664 που ολοκληρώθηκαν, άγονοι ήταν οι 36.188, ενώ γόνιμοι, δηλαδή με υπερθεματιστή, ήταν οι 12.476, διαμορφώνοντας το ποσοστό των γόνιμων πλειστηριασμών στο 25,6% επί των ολοκληρωμένων.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία, εκτός από την αναστολή της διαδικασίας του πλειστηριασμού λίγο πριν από τη διενέργειά του, βασική αιτία είναι επίσης η έλλειψη ενδιαφέροντος από υποψήφιους αγοραστές, γεγονός που αποδίδεται στις δυσλειτουργίες του πλειστηριασμού. Αυτό γιατί ακόμη και αν το ακίνητο βρει τελικώς αγοραστή, ο φόβος ακύρωσης της πώλησης μέσω της ανακοπής του πλειστηριασμού συνεχίζει να υπάρχει ακόμη και μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, θέτοντας ουσιαστικά το ακίνητο και τον νέο αγοραστή σε καθεστώς ομηρίας.
Να σημειωθεί ότι η ανακοπή του πλειστηριασμού από τον οφειλέτη μπορεί να γίνει ακόμη και μετά την ολοκλήρωσή του για λόγους που έχουν να κάνουν με προγενέστερα στάδια της διαδικασίας και η συζήτηση στα αρμόδια πρωτοδικεία μπορεί να φτάσει ακόμη και στα πέντε χρόνια. Ο αγοραστής, ο οποίος έχει καταβάλει το τίμημα της μεταβίβασης και τον αναλογούντα φόρο, υποχρεούται με αυτόν τον τρόπο να αναμένει για πολλά χρόνια την έκδοση τελεσίδικης απόφασης και έτσι η αβεβαιότητα που δημιουργείται λειτουργεί αποτρεπτικά για την επιτυχία του πλειστηριασμού.