Η διεθνής έρευνα Workmonitor 2025 της Randstad, που βασίζεται σε απαντήσεις 26.000 εργαζομένων από 35 χώρες, φέρνει στο φως ανησυχητικά στοιχεία για την εργασιακή κουλτούρα στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την έρευνα, το 52% των εργαζομένων στη χώρα μας έχει παραιτηθεί τουλάχιστον μία φορά εξαιτίας ενός τοξικού περιβάλλοντος – ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (44%).
Αυτό το φαινόμενο αντικατοπτρίζει τη συνεχιζόμενη ανάγκη για βελτίωση των συνθηκών εργασίας στη χώρα, σε συνδυασμό με δράσεις για την ενίσχυση της ψυχικής υγείας και της συμπερίληψης.
Εργασιακή ευελιξία: Το ζήτημα της αμφίδρομης ερμηνείας
Η εργασιακή ευελιξία αποτελεί κοινή επιθυμία μεταξύ των εργαζομένων, με το 73% στην Ελλάδα να ζητά μεγαλύτερη ελευθερία στα ωράρια, ποσοστό ισοδύναμο με τον διεθνή μέσο όρο. Ωστόσο, μόνο το 54% των επιχειρήσεων ικανοποιούν αυτήν την ανάγκη, έναντι 65% διεθνώς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η «ευελιξία» στην Ελλάδα συχνά μεταφράζεται σε συνθήκες «λάστιχο», όπου οι εργοδότες προσαρμόζουν τα ωράρια και τις απαιτήσεις με βάση τις δικές τους ανάγκες, συχνά εις βάρος της προσωπικής ζωής των εργαζομένων.
Συμπερίληψη: Ένα θέμα υποσχέσεων και πράξεων
Η έλλειψη εμπιστοσύνης των Ελλήνων εργαζομένων προς τους εργοδότες τους όσον αφορά τη δημιουργία συμπεριληπτικών περιβαλλόντων είναι ένα ακόμη ανησυχητικό σημείο. Μόλις το 35% των συμμετεχόντων στην Ελλάδα πιστεύει ότι η εργασία τους προωθεί την πραγματική συμπερίληψη, έναντι 49% διεθνώς.
Η συμπερίληψη δεν περιορίζεται μόνο στην αποδοχή της διαφορετικότητας αλλά περιλαμβάνει τη δημιουργία ίσων ευκαιριών, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, εθνικότητας ή άλλων παραμέτρων. Οι επιχειρήσεις που επενδύουν στη δημιουργία τέτοιων περιβαλλόντων αποκομίζουν καλύτερη παραγωγικότητα και μεγαλύτερη δέσμευση από τους εργαζόμενους.
Προτεραιότητες εργαζομένων: Μισθός ή ψυχική ισορροπία;
Αν και παγκοσμίως η ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής τοποθετείται συχνά πάνω από τις οικονομικές απολαβές, στην Ελλάδα η πραγματικότητα διαφέρει. Για το 85% των Ελλήνων εργαζομένων, ο μισθός παραμένει η κύρια προτεραιότητα, ακολουθούμενος από την ισορροπία εργασίας-ζωής (84%).
Ωστόσο, τα δεδομένα της Eurostat αποκαλύπτουν ότι οι μισθοί στην Ελλάδα συγκαταλέγονται στους χαμηλότερους στην Ευρώπη, ενώ οι ώρες εργασίας είναι από τις περισσότερες. Αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο, στον οποίο οι εργαζόμενοι καλούνται να ανταπεξέλθουν σε συνθήκες με περιορισμένα μέσα.
Οι εργασιακές σχέσεις ως καταλύτης παραγωγικότητας
Η αίσθηση κοινότητας στον εργασιακό χώρο αποτελεί βασικό παράγοντα ευτυχίας και αποδοτικότητας. Το 88% των Ελλήνων εργαζομένων δηλώνουν ότι αποδίδουν καλύτερα όταν νιώθουν «δεμένοι» με τους συναδέλφους τους, ποσοστό υψηλότερο από τον διεθνή μέσο όρο (85%). Παράλληλα, το 56% δηλώνουν ότι θα παραιτούνταν αν ένιωθαν αποκλεισμένοι ή περιθωριοποιημένοι.
Η επένδυση στη δημιουργία ενός θετικού εργασιακού περιβάλλοντος που ενισχύει τη συνεργασία και τη δέσμευση μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για τη μείωση της διαρροής ταλέντου.
Upskilling: Η αναβάθμιση δεξιοτήτων ως επένδυση στο μέλλον
Σημαντικό κενό παρατηρείται επίσης στις ευκαιρίες αναβάθμισης δεξιοτήτων. Μόλις το 35% των Ελλήνων εργαζομένων δηλώνουν ότι τους δόθηκαν ευκαιρίες για upskilling τους τελευταίους έξι μήνες, έναντι σημαντικά υψηλότερων ποσοστών διεθνώς.
Η συνεχής εκπαίδευση και ανάπτυξη δεξιοτήτων όχι μόνο ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αλλά παρέχει και στους εργαζομένους την αυτοπεποίθηση και τα εργαλεία που χρειάζονται για να εξελιχθούν.